Συνέντευξη με τον Όσκαρ Ολιβέρα, ένα από τα σημαντικότερα στελέχη των βολιβιανών κινημάτων.
(18.10.08 - http://www.lahaine.org/index.php?p=33573)
Ο Ολιβέρα στήριξε την υποψηφιότητα του Έβο Μοράλες όμως πιστεύει πως τα κοινωνικά κινήματα βρίσκονται σε μια από τις δυσκολότερες καταστάσεις που έχουν ποτέ αντιμετωπίσει «ακριβώς επειδή η κυβέρνηση αποκλείει, αγνοεί έως και περιφρονεί εκείνους που θέλουν να έχουν τη δική τους φωνή». Στη συνέντευξη που ακολουθεί μιλάει για την πόλωση που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση με τη δεξιά και τα εμβρυακά σημάδια που αρχίζουν να εμφανίζονται στην κοινωνία.
Μια επιφανειακή ματιά στη Βολιβία θα μπορούσε να οδηγήσει στη σκέψη πως τα κοινωνικά κινήματα, με την άνοδο του κοκαλέρο Έβο Μοράλες στην κυβέρνηση, βρίσκονται σε μια από τις καλύτερες στιγμές τους. Οι εικόνες δείχνουν μια κυβέρνηση η οποία εκφράζοντας τα λαϊκά στρώματα έρχεται αντιμέτωπη με τη δεξιά. Όμως υπάρχουν άλλες φωνές και διαφορετικές ματιές όσον αφορά την κατάσταση οι οποίες κάνουν πιο σύνθετη και με περισσότερες αποχρώσεις αυτήν την πόλωση.
«Εδώ και 30 χρόνια συμμετέχω στους αγώνες ως συνδικαλιστής του εργατικού κινήματος, ως εργάτης στον τομέα του φυσικού αερίου, ως εκπρόσωπος σημαντικών κοινωνικών κινημάτων όμως, ειλικρινά, ποτέ δεν έχω βρεθεί σε μια κατάσταση τόσο δύσκολη όπως αυτήν που αντιμετωπίζουμε σήμερα κινήματα που μια ζωή ολόκληρη αγωνιζόμαστε, κι αυτό εξ΄ αιτίας της σύγχυσης που επικρατεί και λόγω του ότι νοιώθουμε αποκλεισμένοι, αγνοημένοι, ξεχασμένοι μέχρι και περιφρονημένοι».
Ο Όσκαρ Ολιβέρα είναι ηγετικό στέλεχος της Ομοσπονδίας Εργοστασιακών Εργατών της Κοτσαμπάμπα και υπήρξε εκπρόσωπος του Συντονιστικού για την Υπεράσπιση του Νερού και της Ζωής που οργάνωσε τον Πόλεμο του Νερού το 2002, μια λαϊκή εξέγερση που κατάφερε να σημαδέψει την ιστορία του νεοφιλελευθερισμού στη Βολιβία και να αναστρέψει την ιδιωτικοποίηση του νερού η οποία περιελάμβανε – αν και μοιάζει με ανέκδοτο – την ιδιωτικοποίηση και των νερών της βροχής.
Οι αγώνες εκείνοι, ανάμεσα σε πολλούς άλλους, άνοιξαν τον δρόμο για την υποψηφιότητα του Έβο Μοράλες ο οποίος ανέλαβε την προεδρία της χώρας τον Ιανουάριο του 2006. Και την οποία ο Ολιβέρα στήριξε χωρίς να μπορεί να φανταστεί πως, λίγο καιρό αργότερα, θα ερχόταν αντιμέτωπος με μια κατάσταση τόσο κρίσιμη στην οποία, αισθάνεται επιπλέον πως τα κοινωνικά κινήματα βρίσκονται σε μια φάση αδυναμίας από τις σοβαρότερες που έχει δει.
Πως κρίνεις την κατάσταση στη Βολιβία;
Κατ΄ αρχήν, αρκετά εμβληματικά τμήματα των κοινωνικών αγώνων οδηγήθηκαν στην κυβέρνηση είτε ως δημόσιοι λειτουργοί είτε ως ανεπιφύλακτοι υποστηρικτές του κρατικού μηχανισμού. Το MAS (Κίνημα προς τον Σοσιαλισμό) συσπειρώνει μια σειρά κόσμου διαφορετικών απόψεων, από νεοφιλελεύθερους μέχρι τροτσκιστές. Και γι΄ αυτό ακολουθεί μια τακτική ζικ-ζακ. Εμείς συνεχίζουμε να υπερασπιζόμαστε την αυτόνομη φωνή των εργαζομένων, του απλού κόσμου. Όμως η δυσκολία βρίσκεται ακριβώς στο γεγονός πως τα κοινωνικά κινήματα έχουν χάσει σε μεγάλο βαθμό τη δική τους φωνή και δράση απέναντι στον κρατικό μηχανισμό.
Η δημόσια εικόνα που προβάλλεται είναι αυτή της κυβέρνησης που έρχεται αντιμέτωπη με τμήματα της δεξιάς που φαίνεται να αποτελούν απειλή.
Νομίζω πως κατά βάθος η σύγκρουση που αναπτύσσεται είναι για το ποιος έχει τον έλεγχο του κράτους, από την ολιγαρχία μέχρι το MAS το οποίο, κυρίως, εγώ θα έλεγα αποκλειστικά, ενδιαφέρεται να εξασφαλίσει την επανεκλογή του Έβο Μοράλες. Η βάση μιας ισχυρής εξουσίας νομίζω πως βρίσκεται στο ζήτημα της γης κι αυτό κατά τη γνώμη μου δεν είναι ζήτημα που επιλύεται με ένα δημοψήφισμα. Αυτό, αργά ή γρήγορα, θα αποτελέσει σκηνικό σύγκρουσης. Σήμερα όμως αυτό που βλέπουμε είναι μια ατζέντα, αποτέλεσμα συμφωνίας ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση, η οποία βρίσκεται έξω από το όριο των ζητημάτων που ο κόσμος πίστευε πως έπρεπε να τεθούν προς διαπραγμάτευση.
Ποια είναι η ατζέντα που συμφωνήθηκε ανάμεσα σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση;
Μέρος της ατζέντας είναι ο Άμεσος Φόρος Υδρογονανθράκων (IDH) ο οποίος αφορά τα έσοδα από την παραγωγή υδρογονανθράκων που προέκυψαν από τα συμβόλαια που ο Έβο Μοράλες ξεκίνησε να υπογράφει με τις πολυεθνικές εταιρίες από τον Μάιο του 2006, και που σε καμία περίπτωση δεν αποτελούν εθνικοποίηση, απλώς τους αφαιρούν ένα μέρος των εσόδων προς όφελος του κράτους. Το επίμαχο ζήτημα είναι ποιος και με ποιο τρόπο καθορίζει τον προορισμό αυτών των εσόδων. Διαπραγματεύονται πόρους ως λάφυρα και όχι με την οπτική μιας πραγματικής εθνικοποίησης.
Πως την αντιλαμβάνεστε;
Από την πλευρά των κοινωνικών κινημάτων έχουμε την άποψη πως οι φόροι των υδρογονανθράκων έπρεπε να κατευθύνονται προς την «ανασύσταση» μιας δημόσιας επιχείρησης με ισχυρό κοινωνικό έλεγχο και όχι σε μια κρατική επιχείρηση όπως η σημερινή, η οποία έχει καταληφθεί από ένα πολιτικό κόμμα και της οποίας η διαχείριση αποτελεί άβατο για τον λαό. Πιστεύουμε πως πρέπει, κατ΄ αρχήν, να τεθεί σε διαφορετική οικονομική βάση ένα εθνικό σχέδιο ανάπτυξης με άλλη οπτική. Όχι μια οπτική καπιταλιστική αλλά μια οπτική που να στρέφεται στις κοινότητες που παράγουν, στα συνδικάτα, ικανή να ενισχύσει τη μικρή αγροτική οικονομία και να εγγυηθεί σε βάθος χρόνου την ευημερία του λαού.
Tι γίνεται με την οπτική αυτή;
Αυτό που έκανε η κυβέρνηση είναι να καθιερώσει μια σειρά από επιδόματα (όπως το επίδομα στους συνταξιούχους γνωστό ως Renta Dignidad- Επίδομα Αξιοπρέπεια) που επί της ουσίας δείχνουν πως τα έσοδα από τους υδρογονάνθρακες καταναλώνονται χωρίς μια οπτική που βλέπει στο αύριο αλλά εντάσσονται στους μηχανισμούς της εκλογικής καμπάνιας. Επιπλέον, δεν υπάρχει κοινωνικός έλεγχος στο ότι γίνεται, κανένας δεν γνωρίζει ποια είναι τα έσοδα ούτε οι προοπτικές. Βρισκόμαστε λοιπόν απέναντι σε μια διαμάχη γι΄ αυτά τα έσοδα, όπου, από τη μια πλευρά η δεξιά θέλει να τα διαχειριστεί με τον γνωστό κυνικό και διεφθαρμένο τρόπο ενώ από την άλλη η κυβέρνηση τα χρησιμοποιεί για να ισχυροποιήσει τη θέση της σε εκλογικές καμπάνιες.
Σύνταγμα = επανεκλογή;
Για τον Ολιβέρα υπάρχει ακόμα ένα ζήτημα διαπραγμάτευσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και τη δεξιά: «Η κυβέρνηση προτείνει στην ολιγαρχία τη συμβατότητα του νέου συντάγματος με τις αυτονομιστικές της απαιτήσεις γεγονός που, κατά τη γνώμη μας, ανοίγει τις πόρτες στη δεξιά να περάσει τις μεταρρυθμίσεις που εξυπηρετούν τα συμφέροντά της, ενώ την ίδια στιγμή, η κυβέρνηση αρνείται να ανοίξει το σύνταγμά της στην αριστερά για να διευκρινίσει και να συζητήσει ουσιαστικά ζητήματα όπως η οικοδόμηση μιας θεσμικότητας που να επιτρέπει στο λαό να ελέγχει, να συμμετέχει και να λαμβάνει αποφάσεις όσον αφορά τα δημόσια πράγματα».
Μα η κυβέρνηση επιμένει πως ακριβώς αυτό το στοιχείο της μεγαλύτερης συμμετοχής είναι που κατοχυρώνεται στο νέο Σύνταγμα.
Όχι, αυτό είναι εντελώς παραπλανητικό. Αρκετός κόσμος δεν μιλάει γιατί φοβάται τις προσβολές και τις επιθέσεις που εξαπολύει η κυβέρνηση σε κάθε κριτική φωνή που ακούγεται, τους μειωτικούς χαρακτηρισμούς, αλλά σε κάθε περίπτωση πιστεύω – αν και μου στοιχίζει πολύ αυτό που λέω – πως αυτό το Σύνταγμα αποσκοπεί απλά και μόνο στην επανεκλογή του Έβο Μοράλες για να συνεχίζει να κυβερνά χωρίς να αλλάζει απολύτως τίποτα, χωρίς μια πραγματική αλλαγή στη ζωή του κόσμου.
Καμία αλλαγή;
Νομίζω πως εφαρμόζουν μια ρεφορμιστική γραμμή, αυτό δεν θα ήταν κακό όμως, προς τι τόσο μεγάλα λόγια για καπιταλισμό και ιμπεριαλισμό όταν, στην πράξη, το σχέδιο της κυβέρνησης εκφράζει καπιταλιστικές πολιτικές και παραχωρεί τους φυσικούς μας πόρους στις πετρελαϊκές και εξορυκτικές πολυεθνικές; Εξακολουθούν να παραχωρούν σε εταιρίες μεγάλα ορυχεία προς εκμετάλλευση παρόλο που συνεχίζουν να εκτοπίζουν κοινότητες και να μολύνουν τα νερά μας.
Διαπιστώνουμε λοιπόν πως, με έναν πολύ συγκαλυμμένο τρόπο, αυτό που δεν κατάφεραν οι κυβερνήσεις της δεξιάς, το κάνει ο Έβο Μοράλες, όπως το κάνουν επίσης κυβερνήσεις της Αμερικής μας που χαρακτηρίζονται ως αριστερές. Η Βραζιλία, για παράδειγμα, με τις μεγάλες υδροηλεκτρικές της εγκαταστάσεις στην βορειοδυτική Βολιβία που θα επηρεάσουν σημαντικά την καθημερινή ζωή πολλών κοινοτήτων ενώ θα προκαλέσουν μια τεράστια περιβαλλοντική αλλαγή. Εγώ πιστεύω πως ο ιμπεριαλισμός είναι πολύ ευχαριστημένος με τα όσα κάνουν αυτές οι κυβερνήσεις, είναι αυτό που δεν θα είχαν καταφέρει να κάνουν δεξιές κυβερνήσεις λόγω της ισχυρής κοινωνικής αντίστασης. Ταυτόχρονα, η πόλωση που δημιουργείται δεν αφήνει έδαφος για να σκεφτούμε και να συζητήσουμε σοβαρά με την κυβέρνηση, πρόσωπο με πρόσωπο, για τα ζητήματα αυτά. Βρισκόμαστε διαρκώς σε μια κατάσταση όπου πρέπει να ταχθούμε με μια πλευρά και να κρατήσουμε το στόμα κλειστό.
Και αν κάποιος αποδεχτεί τη λογική της πόλωσης απλώς πρέπει να πει: καλύτερα η κυβέρνηση παρά η δεξιά.
Ακριβώς, εάν όμως ρωτήσεις τον κόσμο στις λαϊκές γειτονιές, τους εργάτες, τη μεσαία τάξη, τους ανέργους, πολλοί θα σου πουν πως από τότε που ανέλαβε αυτή η κυβέρνηση τίποτα δεν άλλαξε, ή ακόμα πως η κατάσταση είναι χειρότερη. Λένε πως η κυβέρνηση ασχολείται μόνο με ένα μέρος του πληθυσμού, τους ιθαγενείς αδελφούς μας, που για αιώνες ολόκληρους ήταν αποκλεισμένοι. Αυτό θα ήταν πολύ δίκαιο, όμως ο λαός έχει και άλλα τμήματα.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ασκείται μια παραδοσιακή πολιτική, στήνεται ένα σκηνικό υποτιθέμενου διαλόγου στο οποίο συμμετέχουν μόνον ειδικοί και τοπικοί πολιτικοί παράγοντες που, στο δικό μας όνομα, διαπραγματεύονται τις πολιτικές που συμφέρουν τους ίδιους χωρίς να επιλύουν τα προβλήματα του κόσμου. Αυτό δημιουργεί ένα κλίμα θλίψης και απογοήτευσης απέναντι σε μια κυβέρνηση εντελώς κουφή που αποδέχεται μόνο κινήματα υποταγμένα. Και εκείνους που δεν είναι διατεθειμένοι να υποταχθούν μας κατηγορεί ως φιλοϊμπεριαλιστές, πουλημένους ή δεξιούς. Το ν΄ ακούς αυτούς τους χαρακτηρισμούς από το στόμα ενός αδελφού, από μια κυβέρνηση που εμείς βγάλαμε, είναι πολύ επώδυνο.
Οι αγνοημένοι
Ο Ολιβέρα θυμάται πως ο ίδιος, ο Φελίπε Κίσπε - ιθαγενής Αϋμάρα και οι κοκαλέρος Έβο Μοράλες και Διονύσιο Νούνιες είχαν χαρακτηριστεί από τα μέσα ενημέρωσης, τη δεξιά και τους παραδοσιακούς πολιτικούς ως οι τέσσερις καβαλάρηδες της Αποκάλυψης. «Όταν μας αποκαλούσαν έτσι νοιώθαμε καλά γιατί ξέραμε πως μας φοβόντουσαν. Όταν όμως μια κυβέρνηση όπως αυτή που έχουμε σήμερα μιλάει με αυτόν τον τρόπο, είναι πολύ βαρύ. Αυτός που σε προσβάλει είναι ένας αδελφός».
Γι’ αυτό καταλήγει: «Εδώ και 30 χρόνια συμμετέχω στους αγώνες ως συνδικαλιστής του εργατικού κινήματος, ως εργάτης στον τομέα του φυσικού αερίου, ως εκπρόσωπος σημαντικών κοινωνικών κινημάτων όμως, ειλικρινά, ποτέ δεν έχω βρεθεί σε μια κατάσταση τόσο δύσκολη όπως αυτήν που αντιμετωπίζουμε σήμερα κινήματα που μια ζωή ολόκληρη αγωνιζόμαστε, κι αυτό εξ αιτίας της σύγχυσης που επικρατεί και λόγω του ότι νοιώθουμε αποκλεισμένοι, αγνοημένοι, ξεχασμένοι μέχρι και περιφρονημένοι».
Μια στάση που φαίνεται να τον απογοητεύει ιδιαίτερα είναι αυτή του αντιπροέδρου Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα: «στην Κοτσαμπάμπα βγήκαμε στους δρόμους να διαμαρτυρηθούμε για απολύσεις. Προχωρήσαμε σε συγκεκριμένες ενέργειες, απεργίες, κινητοποιήσεις κ.λπ. ενάντια στις εταιρίες που απέλυσαν εργαζόμενους και οι οποίες είναι εταιρίες που έχουν εμπορικές σχέσεις με το κράτος. Ο κύριος αυτός (Γκαρσία Λινέρα) δήλωσε πως μας χρηματοδοτεί η δεξιά! Λες και δεν μας ήξερε, λες και δεν ήξερε πόσο δίκαια ήταν τα αιτήματά μας. Είναι ο ίδιος που όταν βγήκε από τη φυλακή, βρήκε καταφύγιο εδώ, μαζί μας, όπως και ο Έβο Μοράλες, ανάμεσα στους εργάτες. Τον αγκαλιάσαμε με γενναιοδωρία και είχε την ευκαιρία να έρθει σε επαφή και να γνωρίσει μεγάλη γκάμα εμπειριών και απόψεων. Μπόρεσε να αποκτήσει μια πιο ευρεία οπτική για τη χώρα. Αναμίχθηκε στον Πόλεμο του Νερού και εμείς οι εργάτες πιστεύαμε πως ήταν μέλος της δικής μας οικογένειας. Ίσως η αντίδρασή του να οφείλεται στο ότι δεν επιτρέψαμε να μας δελεάσουν ούτε χρήματα ούτε κυβερνητικά πόστα. Εκείνοι που σήμερα δείχνουν τόση υπεροψία από τις κυβερνητικές τους θέσεις είναι οι ίδιοι που μοιράστηκαν μαζί μας αγωνίες και όνειρα».
Μελλοντικά υβρίδια
Υπάρχουν αλλαγές και μετακινήσεις, πιστεύει ο Ολιβέρα, που εμφανίζουν τα δικά τους ιδιαίτερα σημάδια... «Εμείς δεν αλλάξαμε ιδέες. Ούτε τα νούμερα των τηλεφώνων μας. Εκείνοι ακόμα και αυτά τα άλλαξαν».
Πως θα χαρακτήριζες τη δεξιά που έχει απέναντί της η κυβέρνηση;
Είναι μια ολιγαρχία που στηρίζεται στην απάτη, όργανο των πετρελαϊκών πολυεθνικών και στενή σύμμαχος με τις κολομβιανές μαφίες. Είναι τμήματα που όλοι γνωρίζουμε καλά, απέναντι στα οποία η κυβέρνηση κρατάει μια στάση παθητική, δεν έχει πρόθεση να προστατέψει τον κόσμο. Η ίδια η εκπρόσωπος του Πάντο, που είναι κυβερνητική, όταν έγινε η σφαγή (18 αγρότες δολοφονήθηκαν στις 11 Σεπτέμβρη 2008) δήλωνε κλαίγοντας πως η κυβέρνηση τους έχει εγκαταλείψει. Έχω την αίσθηση πως κάποια στελέχη της κυβέρνησης δεν ενδιαφέρονται καθόλου για τη ζωή των φτωχών. Ασχολούνται με διαλόγους, με διαπραγματεύσεις και με το να διατηρήσουν τις θέσεις και την εξουσία τους.
Η κατάσταση που περιγράφεις μοιάζει χωρίς διέξοδο.
Όχι, είμαστε σε μια περίοδο που ο λαός βρίσκεται σε σύγχυση όμως, παρά τις δυσκολίες πρέπει να τη δούμε περισσότερο ως πρόκληση. Δεν εγκαταλείπουμε τα όνειρά και τις ελπίδες μας, πιστεύουμε πως σιγά - σιγά γίνεται αντιληπτό αυτό που συμβαίνει και τελικά όλοι θα καταλάβουμε πως έχουν τα πράγματα. Το μεγάλο λάθος θα ήταν να μείνουμε αόρατοι, να αποδεχτούμε τη σιωπή. Πρέπει να αγωνιστούμε για να μπορούν εκείνοι που πάλεψαν γι αυτή την αλλαγή να έχουν φωνή, να μπορούν να εκφράζονται.
Ήδη έχουν αρχίσει να σημειώνονται κινητοποιήσεις αγροτών οι οποίοι ανακτούν την ικανότητα έκφρασης της αγανάκτησής τους, απέναντι στα γεγονότα του Πάντο, για παράδειγμα, ή τις επιθέσεις της δεξιάς στη Σάντα Κρους. Και ο κόσμος κινητοποιείται χωρίς πια να αισθάνεται εξαρτημένος από την κυβέρνηση, υπάρχει μια επανάκτηση της δικής του αυτόνομης ικανότητας δράσης. Αυτό μας εμψυχώνει, είναι πολύ ελπιδοφόρο. Η κυβέρνηση προφανώς θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει το οτιδήποτε προς όφελός της. Όμως το γεγονός πως ο κόσμος αρχίζει να ανακτά την ικανότητά του να σκέφτεται και να εκφράζεται γεννάει νέες ελπίδες.-
(μτφ. περιοδικό Resistencias)