Ομάδα αντιπληροφόρησης σχετικά με τα κινήματα και τις αντιστάσεις στον κόσμο. Ιστολόγιο υπό διαρκή κατασκευή.

8 Ιουλ 2008

Οι αγώνες κατά του νεοφιλελευθερισμού στην Αφρική

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980, οι προστάτες του παγκόσμιου καπιταλισμού –Παγκόσμια Τράπεζα, ΔΝΤ και η Ομάδα των 7 (τότε) πιο ισχυρών οικονομιών του πλανήτη– επιδεικνύουν ιδιαίτερο ζήλο στην εισαγωγή νεοφιλελεύθερων προγραμμάτων για τη «λύση» των προβλημάτων των αφρικανικών οικονομιών. Από την Έκθεση Μπεργκ στις αρχές της δεκαετίας του 1980, στα προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής του ΔΝΤ των δεκαετιών του ’80 και ’90, μέχρι τα προγράμματα της Παγκόσμιας Τράπεζας και του ΔΝΤ για την καταπολέμηση της φτώχιας και την αντιμετώπιση του χρέους στα τέλη της δεκαετίας του ’90 και στις αρχές του 21ου αιώνα, κάθε μια από αυτές τις νεοφιλελεύθερες «λύσεις» απέτυχε, ακόμα και αν αξιολογήσουμε τα αποτελέσματά τους με καθαρά νεοφιλελεύθερους οικονομικούς όρους και στόχους, όπως η μείωση του χρέους, η αύξηση των εξαγωγών, η προσέλκυση ξένων επενδύσεων και όλα τα υπόλοιπα ευρηματικά με τα οποία οι νεοφιλελεύθεροι μετρούν την επιτυχία. Το χρέος των αφρικανικών χωρών αυξήθηκε κατά 400% από το 1980, ενώ οι εξαγωγές τους τη δεκαετία του ’90 περίοδος κατά την οποία υπήρξε αύξηση των παγκόσμιων εξαγωγών– μειώθηκαν… Αυτές οι αποτυχίες συνέβαλαν στην περαιτέρω επιδείνωση των συνθηκών ζωής του αφρικανικού πληθυσμού, ενώ στο διάστημα 1995-1998 το προσδόκιμο ζωής μειώθηκε σε 31 χώρες της ηπείρου.
Οι πρώτες μαζικές αντιστάσεις κατά του νεοφιλελευθερισμού εκδηλώθηκαν στα μέσα της δεκαετίας του ’80, όταν εργάτες και φτωχοί των πόλεων κινητοποιήθηκαν εναντίον των διαρθρωτικών προγραμμάτων του ΔΝΤ και της κατάργησης των επιδοτήσεων για είδη πρώτης ανάγκης. Η πρώτη μεγάλη αποτυχία των πολιτικών του ΔΝΤ καταγράφηκε στη Ζάμπια τον Δεκέμβριο του 1986, όταν η κυβέρνηση της χώρας αναγκάστηκε να γυρίσει την πλάτη σε αυτόν τον Οργανισμό υπό την πίεση μαζικών κινητοποιήσεων που προκάλεσε η ανακοίνωσή της για διπλασιασμό της τιμής του καλαμποκιού, που στόχευε στην ικανοποίηση των όρων και των απαιτήσεων αυτού του Ταμείου. Νοικοκυρές, νέοι, φοιτητές και άνεργοι βγήκαν στους δρόμους, εισέβαλαν στις αποθήκες του καλαμποκιού και σε κυβερνητικά κτήρια, και έβαλαν φωτιά στο προεδρικό μέγαρο. Δέκα άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στις συγκρούσεις που διήρκησαν αρκετές μέρες και, τελικά, η κυβέρνηση αναγκάστηκε να μειώσει τις τιμές του καλαμποκιού και να ανακοινώσει στο ΔΝΤ ότι αδυνατεί να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του.
Στη Νιγηρία οι φοιτητές, οι γυναίκες στις υπαίθριες αγορές και οι εργαζόμενοι κατέβηκαν μαζικά στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για το τέλος της δωρεάν παιδείας, για την υποχρεωτική παρουσίαση πιστοποιητικού πληρωμής φόρων ως προϋπόθεση εγγραφής των παιδιών στο δημοτικό σχολείο, για το πάγωμα των μισθών, την επιβολή νέων φόρων και την κατάργηση των επιδοτήσεων στην πώληση του εγχωρίου πετρελαίου. Η εμπλοκή των φοιτητών, τόσο στη Ζάμπια όσο και στη Νιγηρία, δεν αποτελεί εξαίρεση: σε όλη την ήπειρο οι φοιτητές βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή των αγώνων ενάντια στα προγράμματα διαρθρωτικής προσαρμογής του ΔΝΤ. Παρά το γεγονός ότι οι φοιτητές στην Αφρική αποτελούν μια ευνοημένη μειοψηφία που συχνά προορίζεται για κυβερνητικές θέσεις, οι επιβαλλόμενες πολιτικές της Παγκόσμιας Τράπεζας για μείωση των αποφοίτων πανεπιστημίου και λυκείου ώστε να συγκρατηθούν οι μισθοί, για περικοπή των χορηγιών στους φοιτητές, για δραστική αύξηση των διδάκτρων και περικοπή των κονδυλίων για έρευνα, οδήγησαν τους μεν φοιτητές στην κινητοποίηση και τη ριζοσπαστικοποίηση, το δε κράτος στην καταστολή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα γεγονότα της 26ης Μαΐου στο Πανεπιστήμιο «Αχμαντού Μπέλλο» της Νιγηρίας, όπου σε μια ειρηνική διαδήλωση που έγινε μια βδομάδα πριν την άφιξη κάποιων αξιωματούχων του ΔΝΤ και της ΠΤ στην χώρα, η αστυνομία εισέβαλε στην πανεπιστημιούπολη πυροβολώντας φοιτητές και αμέριμνους επισκέπτες. Κυνήγησε τους φοιτητές στις φοιτητικές εστίες και στα γειτονικά χωριά όπου βρήκαν καταφύγιο, σκοτώνοντας 40 και τραυματίζοντας πολλούς περισσότερους. Η σφαγή ωστόσο δεν σταμάτησε τις κινητοποιήσεις, που συνεχίστηκαν τις επόμενες μέρες με μπλόκα στους δρόμους και επιθέσεις σε κυβερνητικά κτήρια και φυλακές, κατά τις οποίες ελευθερώθηκαν εκατοντάδες φυλακισμένοι. Από τότε οι κινητοποιήσεις εναντίον του ΔΝΤ εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη τη Νιγηρία, με αποκορύφωμα τις εξεγέρσεις του Ιουνίου του 1989 στις κυριότερες πόλεις του νότου της χώρας, όπου πάλι, πλήθη φοιτητών, γυναικών και ανέργων έκαψαν κάποια κυβερνητικά κτήρια, εισέβαλαν στις φυλακές ελευθερώνοντας εκατοντάδες φυλακισμένους και απαλλοτρίωσαν τα τρόφιμα από τα κελάρια των φυλακών, τα οποία διένειμαν στη συνέχεια στα νοσοκομεία (όπου οι ασθενείς λιμοκτονούν συνήθως, αν δεν προνοήσουν οι ίδιοι για το φαγητό τους!). Περισσότεροι από 400 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, τις ίδιες μέρες που στη μακρινή Κίνα διαδραματίζονταν τα γεγονότα της πλατείας Τιέν Αν Μεν, χωρίς ωστόσο να γραφτεί μια αράδα ή να αφιερωθεί ένα λεπτό στα ΜΜΕ των ΗΠΑ, ενώ η Ευρώπη αποδείχθηκε περισσότερο γενναιόδωρη, αφιερώνοντας κάποιες γραμμές στις πίσω σελίδες των εφημερίδων!
Τον Δεκέμβριο του 1988, κυβερνητικές στρατιωτικές δυνάμεις του τότε Ζαΐρ (σημερινό Κονγκό) άνοιξαν πυρ εναντίον ενός πλήθους γυναικών που διαμαρτύρονταν για τα διαρθρωτικά προγράμματα του ΔΝΤ. Τον Φεβρουάριο του 1989 πολλοί μαθητές και φοιτητές σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν από την αστυνομία στο Πανεπιστήμιο της Κινσάσα μετά από διαμαρτυρίες για την άνοδο των τιμών στις συγκοινωνίες, που κατέληξαν στην κατάληψη ενός κυβερνητικού λεωφορείου από φοιτητές. Στην Γκάνα, επίσης, οι συγκρούσεις των φοιτητών με το κράτος μπήκαν στην ημερήσια διάταξη από τότε που άρχισε η υλοποίηση των προγραμμάτων του ΔΝΤ και της ΠΤ.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, οι αγώνες κατά των πολιτικών του ΔΝΤ και της ΠΤ έφεραν στην ήπειρο την πτώση πολλών κυβερνήσεων. Λόγω της έλλειψης, ωστόσο, οποιασδήποτε ιδιαίτερης οργανωτικής και ιδεολογικής συγκρότησης των καταπιεσμένων, τα κόμματα που αντικατέστησαν τις κυρίαρχες ελίτ διατήρησαν αναλλοίωτο το σύστημα καταπίεσης.

Αγώνες σε έναν αυξανόμενα δικτυωμένο κόσμο

Από τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1990 το παγκόσμιο σκηνικό των κοινωνικών κινημάτων έχει αλλάξει, με την ανάδυση ενός νέου υπερεθνικού κινήματος, που άλλοι ονομάζουν «κίνημα ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση», άλλοι «αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα», κάποιοι ευρωπαίοι «κίνημα εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης» και κάποιοι άλλοι, προερχόμενοι συνήθως από τις ΗΠΑ, «κίνημα παγκόσμιας δικαιοσύνης». Όταν στις 30 Νοεμβρίου του 1999 –μέρα της επίσημης έναρξης της συνόδου του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στο Σιάτλ των ΗΠΑ– οι εκπρόσωποι του διεθνούς καπιταλισμού βρέθηκαν αντιμέτωποι με 40.000 ακτιβιστές πολλών και ποικίλων οργανώσεων και κινημάτων που διαδήλωναν εναντίον της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, αρκετοί ακτιβιστές και αναλυτές έκαναν λόγο για το άνοιγμα ενός νέου συγκρουσιακού κύκλου.
Το νέο παγκοσμιοποιημένο κινηματικό περιβάλλον έδωσε σημαντική ώθηση στα σύγχρονα κοινωνικά κινήματα της Αφρικής και πρόσφερε μια βάση αναφοράς για τους ακτιβιστές που ένιωθαν ιδεολογικά μετέωροι ή απογοητευμένοι από τη δεξιά στροφή των κυβερνήσεών τους –όπως στην περίπτωση της Νότιας Αφρικής –, παρόλο που, όπως είδαμε πιο πάνω, οι αγώνες εναντίον των διεθνών οικονομικών οργανισμών διεξάγονταν στην Αφρική από τα μέσα της δεκαετίας του ’80, πολύ πριν την περίφημη «μάχη του Σιάτλ».
Οι αγώνες αυτοί, σε συνάρτηση με το αντιπαγκοσμιοποιητικό κίνημα, δείχνουν ότι το τελευταίο δεν αφορά –όπως συχνά το κατηγορούν– μια χούφτα ευημερούντων δυτικών μόνο, αλλά έναν αγώνα ζωής και θανάτου που γίνεται ολοένα και πιο επιτακτικός, λόγω των επιπτώσεων των νεοφιλελεύθερων πολιτικών και πρακτικών. Εντούτοις, η σχέση αυτή ανέδειξε μια σοβαρή αδυναμία των αφρικανικών αγώνων στους οποίους αναφερθήκαμε: παρ’ όλο που στην Αφρική υπάρχει –και υπήρχε πάντα– μια πληθώρα αντιστάσεων που αφορούν καθημερινά και τοπικά προβλήματα (στέγη, γη, AIDS, εκπαίδευση, υγεία, πρόσβαση σε νερό και ηλεκτρικό ρεύμα κτλ.), αυτές, αφενός αποτελούσαν νησίδες που δεν επικοινωνούσαν και δεν δικτυώνονταν μεταξύ τους και, αφετέρου, δεν είχε μέχρι προσφάτως γίνει οποιαδήποτε προσπάθεια να συνδεθούν με τα παγκόσμια προβλήματα.
Οι σύγχρονες κινηματικές θεωρίες μάς διδάσκουν ότι τόσο οι άρτιες οργανωτικές δομές όσο και οι πολιτικές ευκαιρίες παραμένουν ανεκμετάλλευτες αν δεν υπάρχουν κατάλληλα ερμηνευτικά μοντέλα για να δώσουν νόημα στις διεκδικήσεις. Αν δεν πλαισιώνεται δηλαδή η πραγματικότητα έτσι ώστε να αναδεικνύει τη σύνδεση μιας σειράς επιφανειακά ασύνδετων γεγονότων με κάποια συγκεκριμένα φαινόμενα, τότε μένει χωρίς νόημα η συμπόρευση στο ίδιο κίνημα του αγρότη από την Ινδία με τον εργάτη από την Αγγλία, αφού δεν θα είναι σε θέση να κατανοήσουν ότι πρόκειται για το ίδιο φαινόμενο (π.χ. ο νεοφιλελευθερισμός) που στερεί στον ένα τον σπόρο του και τον εξαναγκάζει να αγοράζει το «δικαίωμα» στη χρήση του, και στον άλλον ένα αξιοπρεπή μισθό και την ελάχιστη κοινωνική προστασία. Οι αγώνες των δεκαετιών ’80 και ’90, τόσο στις πλούσιες χώρες του Βορρά όσο και στις φτωχές του Νότου, πέτυχαν να θέσουν το ζήτημα των επιζήμιων πολιτικών των διεθνών καπιταλιστικών κέντρων για τους πληθυσμούς και το περιβάλλον, αλλά μόνο στα μέσα της δεκαετίας του ’90 είχε επιτευχθεί η σύνδεση μια σειράς οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών προβλημάτων με τις εξελίξεις στη διεθνή πολιτική οικονομία. Η ολοένα πιο σθεναρή και εκτεταμένη κριτική που εισέπραττε το νεοφιλελεύθερο μοντέλο έδωσε τη δυνατότητα για τη δημιουργία κινηματικών δικτύων και οργανώσεων στις χώρες του Νότου. Παράλληλα, οι ακτιβιστές των χωρών αυτών απέκτησαν επικοινωνία μέσω του διαδικτύου με οργανώσεις του Βορρά, και καθιερώθηκαν συνδιασκέψεις και συναντήσεις όπου συζητούνταν οι εμπειρίες της κάθε πλευράς, αναπτύσσονταν στρατηγικές αντιμετώπισης της νεοφιλελεύθερης επέλασης και, κυρίως, ευθυγραμμίζονταν μεταξύ τους τα διαφορετικά τοπικά μοντέλα συλλογικής δράσης.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ειδωθεί και η ανάδυση των νέων δικτύων στην Αφρική. Το Μάη του 1999 υπογράφτηκε στη Λουσάκα της Ζάμπια μια διακήρυξη από κινήματα και οργανώσεις σε ολόκληρη την ήπειρο που αγωνίζονται για το ζήτημα του χρέους. Το Αφρικανικό Δίκτυο για το Εμπόριο δραστηριοποιείται εναντίον της νομοθεσίας για το ελεύθερο εμπόριο με τις ΗΠΑ, γνωστής ως Νομοθετικής Πράξης για την Ανάπτυξη και τις Ευκαιρίες στην Αφρική. Τα μέλη του δεσμεύονται να πιέσουν τις κυβερνήσεις των χωρών τους να αρνηθούν τα νομοθετικά αυτά μέτρα. Παρόμοια δουλειά κάνει και το Δίκτυο για την Ενότητα των χωρών της Αφρικής, της Καραϊβικής και του Ειρηνικού, σε σχέση με τις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μια καλά οργανωμένη αντικαπιταλιστική εκστρατεία στον Μαυρίκιο π.χ., ετοίμαζε μια μεγάλη διαμαρτυρία με αφορμή την επικείμενη επίσκεψη του προέδρου Μπους το 2003 για την προώθηση του ελεύθερου εμπορίου, η οποία όμως ακυρώθηκε λόγω της προετοιμασίας του πολέμου στο Ιράκ. Οι οργανώσεις και τα κινήματα που συμμετέχουν στα πιο πάνω δίκτυα ήταν οι βασικοί πρωταγωνιστές, από την πλευρά της Αφρικής, που πέτυχαν τον τορπιλισμό της συμφωνίας στη σύνοδο κορυφής του ΠΟΕ στο Σιάτλ, παρά τις προσπάθειες –με περισσό νεοφιλελεύθερο ζήλο– της Νοτίου Αφρικής να υπάρξει συμφωνία. Περιβαλλοντικά δίκτυα έχουν συνδέσει τους αγώνες στη Νότια Αφρική με αυτούς στην υπόλοιπη ήπειρο πάνω σε ζητήματα όπως η συμβολή της Νοτίου Αφρικής στην υπερθέρμανση του πλανήτη, τα τοξικά απόβλητα, οι αποζημιώσεις για ασθένειες στους εργάτες των μεταλλείων αμιάντου, τα γενετικά τροποποιημένα προϊόντα κτλ. Τον Ιανουάριο του 2002 πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά το Αφρικανικό Κοινωνικό Φόρουμ (ΑΦΚ) στο Μπαμακό του Μαλί, με το σύνθημα Μια άλλη Αφρική είναι εφικτή. Ακολούθησε το ΑΚΦ στην Αιθιοπία, το 2003, και στη Ζάμπια το 2004. Επιπρόσθετα, έχουν πραγματοποιηθεί μέχρι σήμερα 25 εθνικά κοινωνικά φόρουμ και αρκετά περιφερειακά και θεματικά. Το ΑΚΦ καταδίκασε ξεκάθαρα τόσο τις πολιτικές του ΔΝΤ και της ΠΤ όσο και τις προσπάθειες του εγχώριου ιμπεριαλισμού, όπως το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα Νέα Σύμπραξη για την Ανάπτυξη της Αφρικής (NEPAD), που εκπονήθηκε από τους προέδρους της Νοτίου Αφρικής, της Νιγηρίας και της Αλγερίας, και το οποίο χρησιμοποιείται ουσιαστικά ως όχημα για να ανοίξει η ήπειρος στο νοτιοαφρικανικό κεφάλαιο.
Το αξιοσημείωτο με τα πιο πάνω δίκτυα δεν είναι τόσο η ριζοσπαστικότητα τους σε ιδεολογικό επίπεδο σε σχέση με τα θέματα που διαπραγματεύονται, αλλά το γεγονός ότι δεν εργάζονται αποκλειστικά με δίκτυα Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, επιλέγοντας να στηρίζουν ολοένα και περισσότερο τη δουλειά τους σε κινήματα βάσης και σε συγκρουσιακές μορφές δράσης. Αυτό είναι σημαντικό σε μια ήπειρο όπου η λεγόμενη κοινωνία των πολιτών, περισσότερο ίσως από οπουδήποτε αλλού, «έπεσε» στην παγίδα των νεοφιλελεύθερων οικονομικών πολιτικών, και όπου η ανάδυση των αναπτυξιακών ΜΚΟ είχε στενή συνάρτηση με τα σχέδια των διεθνών οργανισμών για συρρίκνωση των αφρικανικών κρατών. Σε αυτή την κατεύθυνση, πολλές ΜΚΟ στην Αφρική μετατράπηκαν σε βολικό εργαλείο για τη μεταφορά λειτουργιών κοινωνικής μέριμνας από τον κρατικό τομέα στις διάφορες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, για τη μετατροπή δηλαδή κεκτημένων θεσμοθετημένων δικαιωμάτων σε υπηρεσίες που παρέχονται από ιδιώτες… Έτσι δεν πρέπει να μας εντυπωσιάζει το γεγονός ότι, ήδη μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90, διάφορες ΜΚΟ είχαν εμπλακεί σε περισσότερα από τα μισά προγράμματα της Παγκόσμιας Τράπεζας, ενώ σε προγράμματα που αφορούσαν βασική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, διατροφή και πληθυσμιακό έλεγχο, τα ποσοστά ανερχόταν στα τέσσερα πέμπτα. Δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι η δυναμική της αφρικανικής κοινωνίας των πολιτών, με εξαίρεση τα δίκτυα που αναφέραμε πιο πάνω και τα κινήματα βάσης, σε μεγάλο βαθμό διοχετεύεται από κέντρα που με κανένα τρόπο δεν βρίσκονται σε προοπτική σύγκρουσης με το νεοφιλελευθερισμό.
Αλλά ας ρίξουμε μια ματιά σε δύο από τις σημαντικότερες εκστρατείες που λαμβάνουν χώρα τα τελευταία χρόνια στην Αφρική και σχετίζονται με τα πιο πάνω δίκτυα.

Εκστρατεία για το AIDS

Από τα 42 εκατομμύρια ατόμων που είναι μολυσμένα με τον ιό του AIDS παγκοσμίως, τα 30 ζουν στην υποσαχάρια Αφρική, ενώ 12 εκατομμύρια παιδιά έχουν μείνει ορφανά στην ήπειρο λόγω της πανδημίας. Όταν στα μέσα του 2000 προσφέρθηκε από τις ΗΠΑ δάνειο ύψους ενός δις δολαρίων στις αφρικανικές χώρες ώστε να εισαγάγουν αντιρετροϊκά φάρμακα για την αντιμετώπιση του ιού του AIDS, οι Αφρικανοί πρότειναν, μέσα από οργανωμένα δίκτυα και κινήματα βάσης (ιδιαίτερα το κίνημα Treatment Action Campaign της Νότιας Αφρικής), την απόρριψη της προσφοράς, και εισηγήθηκαν την εισαγωγή παρόμοιων φαρμάκων από την Ταϊλάνδη, την Ινδία και τη Βραζιλία, στο 5% της τιμής των αντίστοιχων που προωθούν οι ΗΠΑ. Όταν η κυβέρνηση της Νοτίου Αφρικής επιχείρησε να υλοποιήσει την πρόταση, 39 φαρμακευτικές εταιρίες (γνωστές ως Big Pharma) που εκπροσωπούνταν από την Ένωση Φαρμακευτικών Εταιριών προσέφυγαν εναντίον της, με το αιτιολογικό ότι παραβίαζε το νόμο του ΠΟΕ περί ευρεσιτεχνίας. Μετά από δυναμικές κινητοποιήσεις οργανώσεων που δραστηριοποιούνται στο θέμα του AIDS, οι φαρμακευτικές εταιρίες απέσυραν την αγωγή, και έτσι η Νότια Αφρική μπορεί να αγοράζει φθηνότερα φάρμακα από χώρες στις οποίες η τιμή τους δεν επιβαρύνεται από δικαιώματα ευρεσιτεχνίας . Ο αγώνας εναντίον της Big Pharma είναι ίσως ένας από τους πιο σημαντικούς στην πρόσφατη ιστορία των αντιστάσεων στην Αφρική, επειδή ανάγκασε τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας να αντιμετωπίσει το θέμα της προστασίας των πατεντών στα φάρμακα.
Το Παναφρικανικό Κίνημα για το AIDS (PATAM) είναι ένα σχήμα-ομπρέλα που συμπεριλαμβάνει δίκτυα, οργανώσεις και κινήματα που δραστηριοποιούνται στο ζήτημα της εξασφάλισης φθηνών φαρμάκων για το AIDS στις χώρες της Αφρικής. Μια από τις προσπάθειές του είναι να συνδέσει το AIDS με μια σειρά διαφορετικών ζητημάτων, όπως για παράδειγμα οι ρυθμίσεις στο παγκόσμιο εμπόριο και οι επιπτώσεις τους στη διαθεσιμότητα των φαρμάκων. Το κίνημα συνεργάζεται με οργανώσεις στη Βραζιλία –μια από τις χώρες που παράγουν φθηνά αντιρετροϊκά φάρμακα–, οι οποίες αγωνίζονται κατά των Συμφωνιών Ελεύθερου Εμπορίου με τις ΗΠΑ (FTA’s), συμφωνίες που στερούν στις φτωχές χώρες τη δυνατότητα να προμηθεύονται φθηνά φάρμακα.
Το TAC, το κίνημα για τη θεραπευτική αγωγή ατόμων που είναι φορείς του HIV/AIDS στη Νότια Αφρική, το οποίο πρωτοστάτησε στην εκστρατεία εναντίον της «Big Pharma», χρησιμοποιεί ένα σύνολο δράσεων παθητικής αντίστασης, διαδηλώσεων και δικαστικών διαμαχών για να πετύχει τους στόχους του. Τα στελέχη του κινήματος δεν διέπονται από ιδιαίτερα ριζοσπαστικές απόψεις· ο γραμματέας του, μάλιστα, είναι πιστό μέλος του Αφρικανικού Κογκρέσου, ενώ το ίδιο το κίνημα έχει στενές σχέσεις με την COSATU. Παρ’ όλα αυτά δεν δίστασε να συγκρουστεί με τη κυβέρνηση, καταθέτοντας αγωγή εναντίον της –την οποία και κέρδισε– για την απόφασή της να μην παράσχει φάρμακα σε έγκυες γυναίκες με HIV, με το αιτιολογικό ότι το τελευταίο δεν σχετίζεται άμεσα με τον ιό του AIDS!
Οι συμμαχίες που διατηρεί το TAC σε παγκόσμιο επίπεδο –με προεξάρχουσα τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα του Βελγίου– αποτέλεσαν τον καθοριστικότερο παράγοντα άσκησης πίεσης, τόσο προς τις φαρμακευτικές εταιρίες όσο και προς την κυβέρνηση της Πραιτόρια, αφού η αρνητική, σε ΗΠΑ και Ευρώπη, δημοσιότητα για οποιαδήποτε φαρμακευτική εταιρία λόγω των δραστηριοτήτων της στην Αφρική, αποτελεί αναμφισβήτητα ένα ισχυρό όπλο στα χέρια των ακτιβιστών. Μέσα στο πλαίσιο των αντιφάσεων, ωστόσο, που συναντώνται συχνά σε τέτοια κινήματα, βλέπουμε ότι οι συμβιβασμοί που έχει κάνει κατά καιρούς το TAC αντιμετωπίστηκαν επικριτικά ακόμα και από τους διεθνείς του συμμάχους, παρ’ όλο που οι βόρειες οργανώσεις –ειδικά όταν πρόκειται για μεγάλες ΜΚΟ – πιέζουν συνήθως προς την αντίθετη κατεύθυνση από αυτήν της ριζοσπαστικοποίησης των κινημάτων.



Εκστρατεία για το χρέος και τις ιστορικές αποζημιώσεις

Το χρέος των αφρικανικών χωρών ανέρχεται σήμερα στα $300 δις και συνεχίζει να αυξάνεται κατά $20 δις τον χρόνο. Παρ’ όλο που η Αφρική πλήρωσε δύο φορές την αξία αυτού του χρέους κατά την περίοδο 1980-1996, βρίσκεται σήμερα τρεις φορές περισσότερο χρεωμένη από ό,τι ήταν το 1980! Οι επιπτώσεις ενός τόσο μεγάλου χρέους είναι, μεταξύ άλλων, η διαρροή τεράστιων ποσών του κοινωνικού πλεονάσματος για πληρωμή αποκλειστικά των τόκων και η εξαναγκαστική υπακοή στους νεοφιλελεύθερους όρους του ΔΝΤ και της ΠΤ.
Η εκστρατεία για το ζήτημα του χρέους είναι αρκετά εκτεταμένη στην Αφρική και εστιάζεται κυρίως στην απαίτηση για άμεση διαγραφή του, για απάλειψη των όρων του ΔΝΤ και της ΠΤ, και για αποζημιώσεις που αφορούν αφαίρεση ζωής, στέρηση ελευθερίας και υφαρπαγή ιδιοκτησίας κατά την εποχή της δουλείας και της αποικιοκρατίας. Μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η τελευταία διεκδίκηση, από τη σκοπιά της οποίας οι πραγματικοί οφειλέτες δεν είναι οι αφρικανικές χώρες, αλλά τα κράτη και οι εταιρίες που επωφελήθηκαν τόσο από τη δουλεία όσο και από την αποικιοκρατία. Διότι, αν συμφωνούσαμε με το επιχείρημα του νεοφιλελευθερισμού ότι κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα είναι εμπορευματοποιήσιμη, τότε η απλήρωτη εργασία, η κλεμμένη γη και οι φυσικοί πόροι, η στέρηση της ελευθερίας και πολλά άλλα, θα συνέθεταν ένα οικονομικό πακέτο που, αν έπρεπε να πληρωθεί, θα οδηγούσε σε πτώχευση τις χώρες της Δύσης… Το αίτημα για αποζημιώσεις, εκτός από ηθική, έχει και νομική βάση καθώς και πολλά προηγούμενα: οι Εβραίοι έλαβαν 60 δις δολάρια για τα εγκλήματα των Ναζί στο Ολοκαύτωμα, η Ιαπωνία 1,2 εκατομμύρια για τις 120.000 Γιαπωνέζων που οι ΗΠΑ έκλεισαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια του Β΄Π.Π., οι ιθαγενείς της Βορείου Αμερικής 1,3 δις από τις ΗΠΑ και 1,5 από τον Καναδά, κ.ο.κ.
Το πρώτο παναφρικανικό συνέδριο για τις αποζημιώσεις πραγματοποιήθηκε στη Νιγηρία το 1993 από μια οργάνωση που λεγόταν Group of Eminent Per-sons (ομάδα επιφανών ατόμων), η οποία συστάθηκε από την Αφρικανική Ένωση (τότε Οργάνωση για την Αφρικανική Ενότητα) και από την κυβέρνηση της Νιγηρίας. Το 1999, ένα συνέδριο (Truth Commission Conference) που απαρτιζόταν από μέλη 9 αφρικανικών χωρών (ΗΠΑ, ΜΒ και 3 χώρες της Καραϊβικής), τις υπολόγισε στο αστρονομικό ποσό των 777 τρις δολαρίων. Το θέμα τέθηκε και στο Παγκόσμιο Συνέδριο κατά του ρατσισμού του ΟΗΕ, που έγινε το 2001 στο Ντουρμπάν, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Πολλές αφρικανικές χώρες είχαν τότε υποστηρίξει το αίτημα σε επίπεδο κρατών, αλλά ελλείψει πραγματικής πολιτικής βούλησης το ζήτημα δεν προχώρησε. Μέχρι το 2003, το GEP είχε ελάχιστη επιτυχία στη συγκρότηση ενός κινήματος για τις αποζημιώσεις, πέρα από την όλη ρητορική. Κάποιες ΜΚΟ που δραστηριοποιούνταν στο θέμα της διαγραφής του χρέους υποστήριξαν το αίτημα, αλλά μόνο λεκτικά.
Σήμερα ωστόσο το θέμα τίθεται ξανά από οργανώσεις και κινήματα βάσης στην Αφρική, συζητιέται σε κάθε Αφρικανικό και Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ και συνδέεται με άλλες εκστρατείες και δίκτυα τόσο παναφρικανικά, όπως αυτό για το AIDS και το ελεύθερο εμπόριο, όσο και διεθνή, όπως η εκστρατεία Ιωβηλαίο 2000. Αυτά επιτρέπουν κάποια αισιοδοξία· το κίνημα περιέχει όλα τα συστατικά της επιτυχίας: παναφρικανική και παγκόσμια δικτύωση, σύνδεση με άλλα ζητήματα και καυτά προβλήματα της ηπείρου, στέρεη νομική θεμελίωση, συμμετοχή των κινημάτων βάσης και ριζοσπαστικότητα των διεκδικήσεων.



Ιωσηφίνα Ιακωβίδου


Πηγές:

Bond, Patrick, Embryonic African Anti-capitalism, 2003.

Federici, Silvia, The Debt Crisis, Africa and the New Enclosures, 1990.

Friedman, Steven and Shauna Mottiar, A Moral to the Tale: The Treatment Action Campaign and the Politics of HIV/AIDS, 2004.