Το πρώτο κύμα της απεργίας ξεκίνησε στις 15 Απριλίου, στις 6 το πρωί και στην πλειονότητα των λεγόμενων κλάδων «έντασης εργασίας» όπου απασχολούνται, σχεδόν αποκλειστικά, εργαζόμενοι χωρίς χαρτιά. Σε οικοδομές, εστιατόρια, ξενοδοχεία και συνεργεία καθαρισμού, σκούπες, δίσκοι και μυστριά μπήκαν στην άκρη για να σηκωθούν τα πανώ της απεργίας, που σε πολλές περιπτώσεις ανήγγειλαν και την ταυτόχρονη κατάληψη του χώρου από τους απεργούς. Για πρώτη φορά, στις-στους απεργούς καταγράφονται και τα λεγόμενα επαγγέλματα κατ’οίκον, οικιακοί βοηθοί, φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων, όπου σημειώνεται μεγάλη συμμετοχή γυναικών. Η έναρξη του πρώτου κύματος πραγματοποιήθηκε με τη στήριξη του συνδικάτου της CGT και της συλλογικότητας για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των χωρίς χαρτιά Droits Devant (Τα δικαιώματα μπροστά), για να κερδίσει στη συνέχεια και αυτή των ανεξάρτητων συνδικάτων βάσης Solidaires και της αναρχικής CNT. Στο κέντρο της κινητοποίησης, το σπάσιμο του φόβου και της σιωπής πάνω στην άγρια εκμετάλλευση και τις άθλιες συνθήκες που υφίστανται οι εργαζομένοι χωρίς χαρτιά: αυθαιρεσία των εργοδοτών που ποτέ δεν λείπει και που χρησιμοποιεί συστηματικά το φόβο για τον εξαναγκασμό των εργαζομένων σε εξαντλητικά ωράρια χωρίς καταβολή των δεδουλευμένων, σε ελλειπή μέτρα προστασίας τους στην εργασία, σε άθλιες συνθήκες στέγασης, χωρίς να ξεχνάμε τον αποκλεισμό τους από μια σειρά κοινωνικών παροχών (ασφάλιση, ταμείο ανεργίας, επιδόματα ενοικίου και παιδιών, δώρα, επίδομα αδείας) ενώ πληρώνουν φόρους και καταβάλλουν εισφορές όπως το σύνολο των εργαζομένων. Σε αυτό το πλαίσιο, το αίτημα που μπόρεσε να συμπυκνώσει όλες τις διεκδικήσεις ήταν ένα: άμεση νομιμοποίηση χωρίς διακρίσεις όλων των εργαζομένων χωρίς χαρτιά.
Όμως η κυβέρνηση δεν φαίνεται να είναι καθόλου σύμφωνη με αυτό το αίτημα, ιδιαίτερα στο βαθμό που ετοιμάζει την τελική τροπολογία του νέου νόμου για τη μετανάστευση, σύμφωνα με τον οποίο χιλιάδες οικογένειες μεταναστών θα αναγκαστούν να πάρουν την επόμενη πτήση τσάρτερ. Έτσι, και μη διστάζοντας να χρησιμοποιήσουν και τις πιο άθλιες μεθόδους για τη διάσπαση και τη χειραγώγηση του κινήματος, αυτό που προτείνουν, πάντα σε ένα πλαίσιο «καλής θέλησης» και «κατανόησης», είναι η εξέταση κατά περίπτωση των 1000 αιτήσεων που έχουν κατατεθεί στη Νομαρχία. Μέχρι σήμερα μόνο οι 100 από αυτές έχουν εξεταστεί και οι λύσεις που προτείνονται, ιδιαίτερα ετερογενείς προς αποφυγή μιας μαζικής νομιμοποίησης, κυμαίνονται από την πλήρη νομιμοποίηση μέχρι την έκδοση κάρτας εργασίας η οποία θα λήγει μαζί με τη σύμβαση εργασίας. Είναι αποκαλυπτικό ότι, όταν αμέσως μετά την εκδήλωση του πρώτου απεργιακού κύματος το «παρισινό συντονιστικό των χωρίς χαρτιά» επιχείρησε να καταθέσει στη Νομαρχία άλλες 1000 αιτήσεις που είχε συγκεντρώσει, η τελευταία το παρέπεμψε στην CGT, συμπληρώνοντας ότι είναι ο μόνος φορέας με τον οποίο δέχεται να συνδιαλλαγεί. Το κατάφωρο αυτό ψέμα δεν εμπόδισε το συντονιστικό να καταλάβει το κεντρικό κτίριο της CGT στο Παρίσι με αίτημα την ενσωμάτωσή τους στις διαπραγματεύσεις και ενώ η τελευταία προσπαθούσε για μέρες να εξηγήσει ότι ο μόνος δρόμος που είχε να προτείνει ήταν αυτός της απεργίας. Όπερ και εγένετο, παρά τις εσωτερικές στο κίνημα αντιπαραθέσεις – που επίσης δεν λείπουν ποτέ – και από τις 20 Μάη εκδηλώθηκε το δεύτερο απεργιακό κύμα έχοντας τις περισσότερες φορές να αντιμετωπίσει από τις απειλές και τη βία των αφεντικών (κόψιμο νερού, κλείσιμο τουαλέτας στην κατάληψη του κτιρίου της επιχείρησης, εμπόδιση εξόδου με την απειλή ότι δεν θα ξαναμπούν), μέχρι και την εμφανή εχθρότητα των πελατών που, σε αρκετές περιπτώσεις, δεν δίστασαν να στείλουν τους απεργούς εκεί από όπου έρχονται.
Και ενώ πολλές φορές, η απεργία συμπεριλαμβάνει το σύνολο των εργαζομένων μιας επιχείρησης, στην πλειοψηφία τους αφρικανοί, παρά τα κροκοδείλια δάκρυα των αφεντικών ότι δεν γνώριζαν την κατάσταση τους – μέγα ψέμα αφού εδώ και ένα χρόνο υποχρεούνται να έχουν ελέγξει τα χαρτιά τους – είναι σαφές ότι οι εν λόγω κλάδοι λειτουργούν μόνο χάρη στο καθεστώς σύγχρονης δουλείας που υφίστανται οι εργαζόμενοι για να μπορεί το αφεντικό, τις περισσότερες φορές ιδιοκτήτης της νιοστής θυγατρικής στην διεκπεραίωση ενός έργου, να κερδίζει ακόμη. Όμως οι απεργοί, εκτός της βίας, κοινωνικής και κρατικής, συναντούν και μια ολοένα και μεγαλύτερη αλληλεγγύη από τον κόσμο της γειτονιάς, τους συλλόγους και βέβαια τα συνδικάτα που αναφέραμε παραπάνω.
Τέλος, δεν έλειψαν ούτε και οι απεργίες πείνας, κυρίως εκεί όπου οι εργαζόμενοι βρέθηκαν μόνοι τους και όπου η απεργία δεν ήταν δυνατή. Είναι συνεπώς σε αυτό το σημείο που το ζήτημα τίθεται με τη μεγαλύτερη ένταση: την ίδια στιγμή που η αλληλεγγύη στην τόλμη και την αγωνιστικότητα των απεργών και των συνδικάτων που τους στηρίζουν κορυφώνεται, δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε τι γίνεται εκεί όπου οι εργαζόμενοι χωρίς χαρτιά βρίσκονται απομονωμένοι και πολλές φορές αποστερημένοι από την υποστήριξη των ίδιων των συναδέλφων τους, νόμιμων μεταναστών ή ντόπιων. Δεν είναι τυχαίο ότι η απάντηση της κυβέρνησης, δια στόματος του υπουργού μετανάστευσης Μπρίς Ορτεφέ, όταν βρέθηκε ενώπιον του ζητήματος της εκμετάλλευσης στην οποία εκθέτει τους εργαζομένους η στέρηση των χαρτιών τους, ήταν ότι δεν μπορούμε να δώσουμε χαρτιά σε αυτούς που δεν έχουν, όταν η ανεργία σε αυτούς που έχουν αγγίζει το 20%. Κυνισμός είπατε ;